από Επισκέπτης » Δευτ Αύγ 04, 2003 7:41 pm
Η ΑΝΝΟΥΛΑ
Την ώρα που πλένεται, μετά που τέλειωσε την μπουγάδα, στη μεγά-
λη πέτρινη γούρνα του πλυσταριού. Λευκό φωτεινό σώμα.
Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ
Που διαβάζει για τις «Εισαγωγικές» ενώ χαϊδεύει αφηρημένα τ'αρι-
στερό της στήθος και, σε κάποια στιγμή, με το μολύβι που κρατάει,
κεντά ρυθμικά τη ρώγα του.
Η ΣΠΕΡΑΝΤΖΑ
Καθώς το φεγγάρι προχωρεί και την κυριεύει από τα πόδια. Πλέει
ανάσκελα μέσα στο φως, κι από τα γυμνά στήθη, που ανεβοκατεβαί-
νουν, φτάνει μια μυρωδιά περιβολιού και θάλασσας.
Η ΔΗΜΗΤΡΑ
Ψηλά στην καμινάδα της ταράτσας. Ο άνεμος της παίρνει μαλλί,
φουστάνι. Λάμπει απ' το ίδιο της το δέρμα και στρέφεται δεξιά κι α-
ριστερά σαν πουλί ανεξήγητα ευτυχισμένο.
Η ΜΠΙΛΙΩ
Που αφήνει να πέσει το νυχτικό της, το ξανασηκώνει, τέλος το πετά
και κάθεται αντικρύ στην μπαλκονόπορτα με λυμένο πίσω της τον
στηθόδεσμο.
Η ΙΝΩ
Προτού κοιμηθεί το βράδυ. Ποτίζει τις γλάστρες και, στο δυνατό
φως της βεράντας, το σώμα της διαγράφεται μέσα από τ' αραχνοΰφαν-
το νυχτικό. Την μπερδεύεις με τα λουλούδια.
Η ΠΟΠΗ, Η ΑΓΓΕΛΑ, Η ΧΑΡΙΚΛΕΙΑ
Που κοιμούνται βαθιά: η μία με τους γλουτούς κατά δω· η άλλη α-
νάσκελα με το 'να χέρι στο γυμνό στήθος· η τρίτη με το δεξί πόδι
λυγισμένο και τα μπράτσα ψηλά γύρω από το κεφάλι. Ενώ από την
μπούκα της πόρτας φτάνει αεράκι από ζουλιγμένο μενεξέ και λεμο-
νόδεντρο.
Ελύτης