από Tanton » Τρί Ιαν 03, 2006 9:00 pm
Τα πράγματα πρέπει να μένουν μισά.
Αλλά όχι για πάντα.
Κάποτε πρέπει να τελειώνουν. Τα δανεικά να επιστρέφονται, τα σπαράγματα να αναστηλώνονται.
Και ύστερα να πετιούνται. Ολόκληρα.
ʼρχισα μια ιστορία εδώ , πριν 2,5 χρόνια βλέπω. Κάποτε την τέλειωσα. Την πούλησα ( το αντίτιμο έγινε νοίκι και σκυλοτροφές καιρό τώρα ). Τις ιστορίες μας πρέπει να τις πουλάμε. Τότε , και μόνο τότε, αποκτούν άλλη αξία. Πραγματική αξία. Γιατί εκεί ελλοχεύει η μεγάλη μαρμάγκα. Που όλα τα κρίνει , τα ξερνάει, τα θάβει. Και κάποια λίγα τα γράφει στο corpus του ανθρώπινου πολιτισμού. Για να τα θάψει πάλι αργότερα
Νάτη πάλι η ιστορία ολόκληρη αυτή τη φορά:
Τσάι , στις πέντε το απόγευμα, στην έρημο
1916. Γουάντι ραμ ( στην σημερινή Ιορδανία ).
Η βορειοαφρικάνικη Σαχάρα ξεκινά από το Αλγέρι και φτάνει μέχρι και την Αίγυπτο. Είναι μια έρημος θηλυκιά. Όμορφη, επικίνδυνη, ευμετάβλητη. Όλο καμπύλες και παραξενιές. ʼλλοτε ( τη μέρα ) καυτή . άλλοτε ( τη νύχτα ) παγωμένη. Ποτέ χλιαρή. Καθαρή ( ποτέ το χιόνι δεν είναι καθαρό σαν την έρημο ), ναζιάρα.
Σαν γυναίκα σε προκαλεί και με την ίδια γλυκιά αμεριμνησιά σε καταπίνει Είτε Τιμπουκτού σε λένε, είτε ανώνυμο ταξιδιώτη.
Η Σαχάρα πεθαίνει λίγο πριν φτάσει στο όρος Σινά. Από κει , το Θεϊκό βουνό, ξεκινά μια άλλη έρημος. Διασχίζει ονόματα όπως : Αίγυπτος, Ισραήλ, Ιορδανία, Ιράν, Ιράκ.
Ξεκινά από το άγριο βουνό, αγνοεί το σχίσιμο που της κάνανε στο Σουέζ. Φτιάχνει την Πέτρα και την Δωδεκάπολη, περνάει αδιάφορη τα κάστρα των σταυροφόρων, κυκλώνει τα Ζιγκουράτ της Βαβυλώνας, θάβει την Ιεριχώ και την Ούρ , περνάει τα δυο ποτάμια και ξεψυχάει στους κήπους του Ισπαχάν.
Αυτή η έρημος είναι Αρσενική. Εδώ δεν έχει θίνες- καμπύλες, εδώ είναι ίσιωμα όσο πάει το μάτι σου. Εδώ τα χρώματα δεν είναι κίτρινο-χρυσό- μοβ , αλλά κόκκινο καφέ -γκρίζο. Εδώ ο άνεμος δεν φτιάχνει κύματα δεν αλλάζει τοπία σ ένα βράδυ, δεν είναι τόρνος αγγειοπλάστη. Εδώ ο άνεμος είναι γλύπτης. Γιατί αυτή η έρημος έχει βουνά . έχει πέτρες θεόρατες έχει βράχους και χαλίκια. Χιλιόμετρα ολόκληρα ίσιο σκληρό χώμα που το πατάνε μόνο τα ακροδάκτυλα των ανεμοστρόβιλων. Και ξαφνικά να υψώνονται οι καθεδρικοί της φύσης και του ανέμου. Βράχοι που θα έκαναν το Μανχάταν να ζηλεύει το ύψος τους , τους Ιμπρεσιονιστές τα χρώματά τους και τον Ροντέν την χάρη τους και την κοψιά τους. Εδώ θάπρεπε να μαθαίνανε οι αρχιτέκτονες την τέχνη τους, οι ζωγράφοι πόσα κόκκινα και ροζ και καφέ υπάρχουν και οι άνθρωποι την ταπεινοσύνη.
Καταμεσής αυτής της ερήμου είναι το Γουάντι Ραμ. Η καρδιά αυτής της ερήμου. Το ωραιότερο μέρος της. Μνημείο της φύσης το λένε. Σημάδι του Θεού το λένε.
Εδώ μπήκε , λευκός, ξανθός, ψηλόλιγνος , ο ταπεινός λόγιος.
Εδώ, στους επτά στύλους της σοφίας έγινε φιλόσοφος.
Εδώ, τρία χιλιόμετρα πιο κάτω, κάτω από το φτενό δενδράκι, πάνω στο ψηλό βράχο δίπλα στα πέντε πέτρινα πηγάδια. Στοχάσθηκε στον Θουκυδίδη , έμαθε από τον Σαλαδίνο ( αργότερα θα φτιάξει το πέτρινο καλύβι του ).
Εκδύθηκε μια στολή. Φόρεσε μια άλλη και έγινε πολεμιστής.
Ο πόλεμος μαίνεται στην Ευρώπη εδώ όμως ο λοχαγός λιπόσαρκος λόγιος μαθαίνει την έρημο , ψάχνει τον εαυτό του και αναζητά την αποστολή του.
Νηστεύει και ταπεινώνεται. Σκαρφαλώνει στα άγρια βράχια, που Θεοί σε παλιούς πολέμους σκόρπισαν στο πεδίο της μάχης τους , και γυμνάζεται στην αντοχή και στην καρτερία. Χόρευε , λένε, στην κορυφή των στύλων της σοφίας. Στάθηκα στα πόδια τους προσπάθησα να μετρήσω το ύψος τους. διακόσια μέτρα ; τρακόσα; Μετρώ την σκιά τους , μετρώ την σκιά μου, πάντα δεν βρίσκω λογαριασμό
Αυτός, τους μέτρησε ανεβαίνοντας επάνω, συγκρίνοντας ταυτόχρονα τις Αραβικές με τις Αγγλικές μεταφράσεις του Ομήρου σαν πνευματική άσκηση. Σιωπηλά και νοερά. Γιατί στην έρημο δεν μιλάς , ούτε απαγγέλλεις. Και το βράδυ , δίπλα στα πέντε πηγάδια, ξαναφέρνει στο μυαλό του τις στρατηγικές του Ξενοφώντα και τα τεχνάσματα των Μυρίων του. Καμιά φορά αφήνει την φλόγα από την φωτιά του να γλύφει το χέρι του, κάθε φορά και πιο πολύ
( ετοιμάζεται για αργότερα, για την σύλληψη ,τα βασανιστήρια, τον βιασμό , την δραπέτευση ).
Περιμένει τους πράκτορες από το Κάιρο. Περιμένει τους απεσταλμένους των Σεΐχηδων. Μια κυρία όμως έρχεται από την έρημο , πριν από αυτούς.
Εκεί μια μέρα, στις πέντε το απόγευμα φυσικά , ο Λόρενς θα πιει τσάι με την κυρία Γερτρούδη- Μαργαρίτα Μπέλ.
Ο χώρος
.
Φαντασθείτε τον πιο μεγάλο καθεδρικό ναό. Ωραία, πολλαπλασιάστε τον με το εκατό.
( η φύση ποτέ δεν είναι τσιγκούνης αρχιτέκτονας ).
Γκρίζος την μέρα, φλέγεται στα χρώματα της Δύσης. Ο αέρας σκάλισε πάνω του δαιμόνους και τριβόλους που κανένας μεσαιωνικός τέκτονας δεν φαντάστηκε ποτέ.
Και το χέρι του Θεού να έχει σχίσει το μνημείο. Μπαίνεις στην χαράδρα , άλλοτε δυο μέτρα φάρδος άλλοτε δέκα., με δέος και ταπεινοσύνη σαν σε κόλπο γυναίκας. Γιατί έτσι μοιάζει , υγρή , γεμάτη χρώματα, λεία , όλο καμπύλες και μυστηριακά βαθουλώματα. Εκεί σκάλισαν τα πηγάδια- γούρνες , λίγο η φύση ,λίγο οι άνθρωποι.
Και το χέρι του ανθρώπου παντού. Γκράφιτι προϊστορικά, χαλδέϊκα , βαβυλωνιακά, Ναβαταίϊκα, ελληνικά, λατινικά, αγγλικά, αράβικα. Μιλάνε για μυστικές διαδρομές στην έρημο, για κοσμοκράτορες που πέρασαν , λατρεύουν θεούς και σκαλίζουν τα αχ-βαχ του έρωτα.
Το ζευγάρι
Εκείνος ʼγγλος φιλόλογος και φιλόσοφος. Που μαθητεύει για να γίνει πολεμιστής
Εκείνη Αγγλίδα Ιστορικός, Αρχαιολόγος και Τοπογράφος ( και μυστικός πράκτορας φυσικά )
Εκείνον δεν τον ξέρουν ακόμα ..αργότερα θα τον πουν Σεΐχη και θα τον φωνάξουν Λόρενς της Αραβίας.
Εκείνη την λένε οι ʼραβες, ήδη, Κατούν ( μεγάλη Κυρία ). Έχει ανασκάψει όλες τις θαμμένες πόλεις , έχει βρει όλους τους θησαυρούς, έχει χαρτογραφήσει όλες τις ερήμους.
Το τσάι
Στο χώρο του έγινε. Αλλά οικοδέσποινα είναι εκείνη. Εκείνος έχει μόνο ένα ρούχο και ένα παγούρι, Εκείνη ταξιδεύει σ όλη την Μεσοποταμία, το δικό της χωράφι, με στυλ. Με το στυλ της Βικτοριανής γεροντοκόρης που είναι.. Φοράει γούνες, καπέλα με φτερά, βέλο, γάντια, μεταξωτές κάλτσες, μποτίνια ( ενώ ξεθάβει την Βαβυλώνα με τα χέρια και το μυστρί! ) Απλώνει πάνω στο βράχο του το μεταξωτό της χαλί , και σερβίρει το τσάι στο κινέζικο πορσελάνινο σερβίτσιο που πάντα κουβαλάει στην καμήλα της. Μιλούν αγγλικά για τον πόλεμο στην Ευρώπη, περσικά για τις ανασκαφές της , αρχαία ελληνικά , και αραβικά. Και κει στην άμμο, του σχεδιάζει όλη την έρημο που την ξέρει και την έχει μετρήσει βήμα-βήμα.
Του σχεδιάζει χώρες, του μιλάει για τις γενεαλογίες των φυλάρχων. Ποιος θα πολεμούσε μαζί του, ποιος θα δείλιαζε.
Τσάι στην έρημο, μια γυναίκα και ένας άντρας , στις πέντε η ώρα, την ώρα της δύσης που όλα γίνονται τρυφερά και κατακόκκινα. Σταματήστε εκεί
μην τρέχει το μυαλό σας σε « τσάγια στην Σαχάρα» και τέτοιες αηδίες. Και οι δυο έζησαν και πέθαναν ανέραστοι. Αυτή παραπονιέται σ ένα γράμμα στον πατέρα της « Ποιος θα ήθελε μια γυναίκα που ήταν η πρώτη που τέλειωσε Ιστορία στην Οξφόρδη; ». Εκείνος έκρυψε τους ομοφυλοφιλικούς του νταλκάδες, όσο μπόρεσε.
Τα είπαν και χώρισαν.
Ο καθένας με την αποστολή του.
Εκείνη με τις καμήλες της για τη Μεσοποταμία για να φτιάξει βασιλιάδες
( « κουράστηκα να φτιάχνω βασιλιάδες» γράφει πριν πεθάνει )
Εκείνος για την ʼκαμπα. Για να διαλύσει μια Αυτοκρατορία , και να φτιάξει, με τα όπλα, τα κράτη που σχεδίαζε εκείνη στους χάρτες της..
Εκείνη, σαν γυναίκα, ξεχάστηκε
Εκείνος, έγινε ο μεγάλος Νάρκισσος και τον μνημονεύομε ακόμα.
Υστερόγραφο.
Και το χοντρό αφεντικό και των δυο.- ο υπουργός των Αποικιών που κάπνιζε πούρα, που ποτέ του δεν αγάπησε τους ʼραβες και ποτέ δεν μπόρεσε να καβαλήσει σωστά μια καμήλα.- Θα χάλαγε όλη την δουλειά τους. Κι όμως αυτόν τον ξέρουν όλοι από τον επόμενο Παγκόσμιο πόλεμο και από την συνήθεια του να σχηματίζει το V της νίκης με τα δυο του δάκτυλα .
Κι'αν σου μιλάω με παραμύθια και παραβολές
είναι γιατί τ' ακους γλυκότερα, κι η φρίκη
δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή
γιατί είναι αμίλητη και προχωράει...